pattern

Συστατικά Τροφίμων - Τύποι συστατικών

Εδώ θα μάθετε τα ονόματα διαφορετικών τύπων συστατικών στα αγγλικά, όπως "herb", "sweetener" και "fungi".

review-disable

Ανασκόπηση

flashcard-disable

Κάρτες

spelling-disable

Ορθογραφία

quiz-disable

Κουίζ

Ξεκινήστε να μαθαίνετε
Words Related to Food Ingredients
dairy product

milk or foods that are made from milk, such as butter and cheese

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dairy product"
condiment

a type of seasoning or sauce that is used to add flavor to food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "condiment"
herb

a plant with seeds, leaves, or flowers used for cooking or medicine, such as mint and parsley

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "herb"
spice

a type of dried plant with a pleasant smell used to add taste or color to the food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "spice"
sweetener

a substance used to add sweetness to food or beverages

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sweetener"
cooking oil

a liquid fat derived from plants or animals used for cooking purposes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cooking oil"
fat

a substance taken from animals or plants and then processed so that it can be used in cooking

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fat"
algae

plants without true roots, leaves, or stems, which grow in or near a body of water, such as seaweeds

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "algae"
fruit

something we can eat that grows on trees, plants, or bushes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fruit"
fungi

a diverse group of organisms that include mushrooms, yeasts, and molds, characterized by their ability to decompose organic matter

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "fungi"
vegetable

a plant or a part of it that we can eat either raw or cooked

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "vegetable"
flour

a fine powder made by crushing wheat or other grains, used for making bread, cakes, pasta, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "flour"
grain

small, hard seeds that are harvested from cereal plants and used as a food source

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "grain"
meat

the flesh of animals and birds that we can eat as food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "meat"
sugar

a sweet white or brown substance that is obtained from plants and used to make food and drinks sweet

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "sugar"
egg

an oval or round thing that is produced by a chicken and can be used for food

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "egg"
starch

a white carbohydrate food substance that exists in flour, potatoes, rice, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "starch"
yeast

a type of fungus capable of converting sugar into alcohol and carbon dioxide, used in making alcoholic drinks and bread swell

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "yeast"
stuffing

a mixture of different ingredients cut up and used to stuff meat or vegetables

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stuffing"
poultry

meat of chickens, turkeys, and ducks

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "poultry"
batter

a mixture consisting of flour, milk, and eggs, used for making pancakes, or for covering food before frying

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "batter"
dough

a thick mixture of flour, liquid and sometimes yeast that is baked into bread or pastry

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "dough"
extract

a concentrated substance derived from a natural source, often used to add flavor or fragrance to food, beverages, or other products

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "extract"
stock cube

a small cube made from dried vegetable or meat juices, used to flavor soups, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stock cube"
breadcrumbs

very small pieces of bread, used in cooking especially for coating items of food before frying

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "breadcrumbs"
confiture

a type of sweet spread made by cooking fruits with sugar

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "confiture"
custard

a thick creamy sauce made with milk, eggs, sugar, flour or corn flour that is served hot on top of puddings, fruits, etc.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "custard"
glaze

a glossy and transparent coating applied to food for added flavor, shine, or decorative purposes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "glaze"
filling

a combination of ingredients used as a filling for pastries, sandwiches, and other food items

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "filling"
seasoning

a substance or mixture added to food to enhance its flavor, typically consisting of herbs, spices and salt

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "seasoning"
gum

a substance extracted from plants that is typically sticky and viscous in nature

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "gum"
mincemeat

a mixture of chopped fruits, spices, and sometimes meat, traditionally used as a filling in pies and desserts

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mincemeat"
meat extract

a concentrated liquid or paste made from boiling or simmering meat to extract its flavor and nutrients

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "meat extract"
cheese

a soft or hard food made from milk that is usually yellow or white in color

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "cheese"
consomme

a clarified and concentrated soup made from rich stock or broth

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "consomme"
garnish

a decorative or flavorful element added to a dish to enhance its visual appeal or taste.

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "garnish"
stock

a liquid that is made by cooking meat, bones, vegetables, or fish in water, used for making gravy or soup

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "stock"
textured vegetable protein

a plant-based protein made from defatted soy flour used as a meat substitute in vegetarian and vegan dishes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "textured vegetable protein"
liaison

a mixture of eggs, cream, or other ingredients used to thicken sauces or soups, often providing a smooth and rich texture

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "liaison"
mirepoix

a diced vegetable mixture used in cooking for flavoring sauces, soups, and stews

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mirepoix"
panada

a dish made from bread/breadcrumbs and liquid, used in stuffing, dumplings, and as a thickener for soups and sauces

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "panada"
mash

a mixture of food ingredients, typically cooked, that have been crushed or beaten together until they form a smooth texture

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "mash"
bouillon

a type of broth made from boiling meat, vegetables, and herbs in water

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "bouillon"
roux

a mixture created by blending fat and flour together, used to thicken and add flavor to various dishes

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "roux"
salpicon

a mixture of diced/shredded ingredients with dressing/sauce, used as a filling or topping for dishes like salads or tacos

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "salpicon"
timbale

a savory or sweet dish made by baking ingredients in a mold or pastry shell

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "timbale"
topping

a layer of food that is spread over the top of a dish to make it taste or look better

[ουσιαστικό]
daily words
wordlist
Κλείσιμο
Σύνδεση
Ορισμός και Σημασία του "topping"
LanGeek
Λήψη εφαρμογής LanGeek